ΓΙΑΤΙ ΧΩΡΙΖΟΥΝ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ
Κάθε πρωῒ ποὺ ξυπνᾶμε ξαναθυμούμαστε τὸ μόνιμο καημό μας, τὸν καημὸ νὰ εὐτυχήσουμε. Καὶ ἡ εὐτυχία μας ἔχει ὡς πρώτιστο στοιχεῖο τὴν κοινωνία.
Κάθε πρωῒ ποὺ ξυπνᾶμε ξαναθυμούμαστε τὸ μόνιμο καημό μας, τὸν καημὸ νὰ εὐτυχήσουμε. Καὶ ἡ εὐτυχία μας ἔχει ὡς πρώτιστο στοιχεῖο τὴν κοινωνία.
Ἡ πιὸ τρυφερὴ καὶ εὐαίσθητη σχέση στὴ ζωὴ εἶναι ἡ σχέση τοῦ ζευγαριοῦ. Κι αὐτὴ ἡ σχέση ἔχει ἕνα στόχο , ποὺ μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸν πεῖ καὶ προορισμό · ὁ προορισμός του εἶναι νὰ γίνουν ἕνα σῶμα μὲ δύο πρόσωπα, δηλαδὴ νὰ πραγματώσουν τὴν τέλεια ψυχικὴ καὶ σωματικὴ ὀντότητα “ ἀσυγχύτως καὶ ἀδιαιρέτως ”, ὅπως λέμε γιὰ τὰ τρία πρόσωπα-ὑποστάσεις τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Βλέπω τοὺς νέους νὰ στέκονται μουδιασμένοι μπροστὰ στὴν κλήση νὰ κάνουν οἰκογένεια. Ἴσως λαχταροῦν ν’ἀγαπήσουν καὶ φοβοῦνται. Μιὰ κοπέλα ἐξομολογεῖται : “ Λὲς τοῦ ἄλλου σ’ἀγαπῶ καὶ φρικάρει ”. Ἀκοῦτε ; Φρικάρει ! Πῶς μπόρεσε ἡ ἀγάπη νὰ συνδυαστεῖ μὲ τὴ φρίκη !
Ἡ πρώτη ἐμφάνιση τῆς μάννας στὴν ἱστορία-προϊστορία τοῦ λαοῦ μας καταγράφεται ἀπὸ τὸν Ὅμηρο. Ἡ μαννούλα τοῦ Ὀδυσσέα, ἡ Ἀντίκλεια, πέθανε ἀπ’τὸν καημὸ τοῦ μισσεμοῦ τοῦ μοναχογυιοῦ της. Καὶ ὁ Ὀδυσσέας στὸν κάτω κόσμο (Ὀδύσσειας Λ ), ποὺ τὴν εἶδε κι ἤθελε νὰ τὴν ἀγκαλιάσει, τρεῖς φορὲς ὅρμησε καὶ ἐκείνη τρεῖς φορὲς σκορπίστηκε σὰν σκιὰ καὶ “ πεπότηται ”, δηλαδὴ πέταξε μέσ’ἀπ’ τὰ χέρια του.
Τὸ τραγικότερο διαπροσωπικὸ γεγονὸς στὴν ἐποχή μας εἶναι ἡ ἀποτυχία τοῦ ἔρωτα. Πάντοτε στὴ ζωὴ συνέβαινε ἀλλὰ ὄχι τόσο τραγικά. Στ’ ἀρχαῖα χρόνια ὑπῆρχε μόνο ἡ σεξουαλικὴ σχέση κι αὐτὴ ἀναπληρωνόταν γρήγορα κι εὔκολα. Μὲ τὴν εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας ἐσωματώθηκε κι ὁ ἔρωτας μέσα στὸ ὅλο θέμα τῆς σωτηρίας καὶ γι’ αὐτὸ δὲν ὑπῆρχαν δραματικὲς συγκρούσεις.